Η μαγνητική τομογραφία καρδιάς είναι μία σχετικά νέα, αλλά εξαιρετικά σημαντική, απεικονιστική τεχνική για τη διάγνωση διαφόρων καρδιαγγειακών παθήσεων και την εκτίμηση της ανατομίας και της λειτουργικότητας της καρδιάς. Πρόκειται για μία εξέταση μεγάλης ακρίβειας, που γίνεται με τομογραφία.
Η εξέταση προϋποθέτει χρήση σύγχρονου μαγνητικού τομογράφου, εξοπλισμένου με τελευταίας γενιάς λογισμικό για τη λεπτομερή επεξεργασία των εικόνων, όπως αυτό που διαθέτουμε στη μονάδα μας.
Για αποτελέσματα ακόμη μεγαλύτερης ακρίβειας, ενδέχεται να χορηγηθεί ενδοφλεβίως σκιαγραφική ουσία.
Πότε συνιστάται η μαγνητική τομογραφία καρδιάς;
Με τη μαγνητική καρδιάς λαμβάνουμε πολύτιμες πληροφορίες για την υγεία και τη λειτουργία της καρδιάς, που πολλές φορές δεν μπορούμε να λάβουμε με άλλες εξετάσεις. Συγκεκριμένα, χρησιμοποιούμε τη συγκεκριμένη εξέταση σε περιπτώσεις, όπως:
-
Διερεύνηση των αιτίων για καρδιακή ανεπάρκεια / δυσλειτουργία
-
Παρακολούθηση ογκολογικών ασθενών που υπόκεινται σε καρδιοτοξική χημειοθεραπεία
-
Μυοκαρδίτιδες και μυοκαρδιοπάθειες
-
Έλεγχο της βιωσιμότητας του μυοκαρδίου έπειτα από έμφραγμα
-
Διάγνωση και παρακολούθηση συγγενών καρδιοπαθειών
-
Μελέτη της έκφυσης και μορφολογίας των στεφανιαίων αρτηριών και της αιμάτωσης του μυοκαρδίου (στεφανιαία νόσος)
-
Παθήσεις των μεγάλων αγγείων
-
Παθήσεις των καρδιακών βαλβίδων – ως συμπληρωματική εξέταση στον υπέρηχο καρδιάς
-
Παθήσεις του περικαρδίου
-
Πρωτοπαθών ή δευτεροπαθών καρδιακών όγκων
-
Διάγνωση και παρακολούθηση ανευρυσμάτων
-
Διερεύνηση καρδιακών αρρυθμιών
-
Μελέτη των κοιλιών της καρδιάς – ως συμπληρωματική εξέταση στον υπέρηχο καρδιάς
Πώς γίνεται η εξέταση;
Η μαγνητική τομογραφία καρδιάς είναι μία ανώδυνη και εύκολη εξέταση, που δεν εκθέτει τον/την ασθενή σε ιονίζουσα ακτινοβολία. Ως εκ τούτου μπορεί να πραγματοποιηθεί με ασφάλεια στους περισσότερους ανθρώπους – ακόμη και σε παιδιά και έγκυες. Δεν απαιτείται ιδιαίτερη προετοιμασία εκ μέρους των ασθενών, παρά μόνο να έχουν αφαιρέσει τυχόν μεταλλικά αντικείμενα από πάνω τους.
Ο γιατρός τοποθετεί αυτοκόλλητα στο στήθος του ασθενούς για να υπάρχει συνεχής παρακολούθηση του καρδιακού ρυθμού και, αν απαιτείται χρήση σκιαγραφικής ουσίας, τοποθετείται και φλεβοκαθετήρας, ώστε να χορηγηθεί η ουσία στη μέση περίπου της εξέτασης. Ο ασθενής ξαπλώνει σε ύπτια θέση στον μαγνητικό τομογράφο και φοράει ειδικά ακουστικά ώστε να δέχεται και να ακολουθεί τις οδηγίες του χειριστή του μηχανήματος.
Η εξέταση διαρκεί μισή ώρα με τρία τέταρτα, ανάλογα με τα ευρήματα και το τι ψάχνουμε. Μετά το τέλος της εξέτασης ο ασθενής επιστρέφει κανονικά στις ασχολίες του χωρίς κανέναν περιορισμό.
Ποιες είναι οι αντενδείξεις για την εξέταση;
Η μαγνητική τομογραφία καρδιάς είναι μια ασφαλής εξέταση για τη συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων. Οι ελάχιστες περιπτώσεις, για τις οποίες αντενδείκνυται είναι:
-
Περιπτώσεις όπου υπάρχει παρουσία παλαιότερης τεχνολογίας καρδιακού βηματοδότη
-
Άτομα τα οποία έχουν αντλίες ινσουλίνης, κοχλιακά εμφυτεύματα ή άλλες ηλεκτρονικές συσκευές
-
Περιπτώσεις όπου υπάρχουν μεταλλικά ξένα θραύσματα στο σώμα του ασθενούς
-
Κάποιες κατηγορίες αγγειακών κλιπ
-
Περιπτώσεις σοβαρών νεφρικών παθήσεων (μόνο αν πρόκειται να χορηγηθεί σκιαγραφικός παράγοντας)
Η εξέταση διαρκεί παραπάνω από 30 λεπτά, ωστόσο ο τελευταίας τεχνολογίας μαγνητικός τομογράφος που διαθέτουμε μπορεί να περιορίσει την αίσθηση κλειστοφοβίας καθώς έχει μεγαλύτερη διάμετρο από τους παλιότερους. Σε κάθε περίπτωση, αν η κλειστοφοβικότητα παραμένει, η εξέταση – με τη συνδρομή του ειδικού αναισθησιολόγου – μπορεί να γίνει με μέθη.